Και μετά; Το «από τη στιγμή που και μετά» ποιος το σκέφτηκε; Ποιος το υπολόγισε;… Κανένας. Θα ήταν όλα τόσο διαφορετικά εάν κάποιος το είχε κάνει, ακόμα και αν έκανε λάθος στον υπολογισμό. Σαν όταν πηδάς από μια γέφυρα στο κενό. Άλλο το αποτέλεσμα εάν δεν δεθείς σωστά με το σκοινί και άλλο αν το σκοινί είναι λίγο πιο μακρύ απ’ ότι θα έπρεπε. Κανείς δεν υπολόγισε τίποτα. Μας πήρε ο παρορμητισμός και βρήκαμε με το κεφάλι σ’ ένα μολυβένιο ποταμό. Ο θάνατος ακαριαίος. Η βόλτα γνωστή: σκοτάδι, ένα φως που ποτέ δε πιάνεις και μια αιώνια αιώρηση σ΄ένα μαύρο κενό. Η ανάσταση μοιάζει μακρινό και ανέλπιστο όνειρο. Παρακαλάς να υπάρξει και ταυτόχρονα αναρωτιέσαι: θες ή δε θες να ξαναγυρίσεις στον κόσμο που σε σκότωσε; Μπορείς να εμπιστευτείς το σκοινί στον ίδιο άνθρωπο που δεν το έσφιξε ή σε κάποιον άλλο;