Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Τι παράξενοι που είναι οι άνθρωποι


"Όλα είναι καλά.. είναι καλά είπα.. μα αφού είναι δε το βλέπεις;"

Τι παράξενος καιρός; και πόσο πιο παράξενοι οι άνθρωποι. Ενώ νοιώθουν ότι θέλουν αγάπη και στοργή όταν την βρίσκουν ή τους την προσφέρουν τη διώχνουν μακριά.

Πόσο παράξενοι είναι οι άνθρωποι σήμερα; Γελάνε, πονάνε, βρίζουν πάντα όμως παθητικά. Στο τέλος εξουθενωμένοι πέφτουν για ύπνο. Την άλλη μέρα, οι βασανισμένοι από τα όνειρά τους ξυπνάνε με μια θλίψη και με μια καλά κρυμμένη ελπίδα η μέρα που τους ξημέρωσε να έχει μια δόση μαγείας.
Όσοι δεν είδαν όνειρα, σαν ζόμπι ξεκινούν τη μίζερη μέρα τους με καμιά απολύτως διάθεση να κάνουν κάποια αλλαγή.

Μα γιατί οι άνθρωποι είναι τόσο παράξενοι; Αλλάζουν όψη όπως η Αθήνα όταν βγαίνει ο ήλιος μετά τη βροχή. Από μουντοί και κακότροποι μπορεί ανά πάσα στιγμή να γίνουν ζεστοί και φωτεινοί. Είτε επειδή το νοιώθουν είτε επειδή έτσι ξαφνικά το αισθάνθηκαν.

Μήπως τελικά, το συναίσθημα του ανθρώπου είναι παράξενο; Καμιά φορά αφήνει άναυδο ακόμα και τον ίδιο μας τον εαυτό. Συμπεριφερόμαστε με τρόπους που ούτε  καν περιμέναμε ή δε φανταστήκαμε ποτέ.

Οι άλλοι σε κρίνουν για αυτό που νιώθεις ή για αυτό που νομίζουν ότι νιώθεις. Εσύ είτε ξέρεις, είτε δεν ξέρεις πρέπει να απολογηθείς. Γιατί να δόσεις λόγο για το συναίσθημά σου; Αυτό νιώθεις και δε χρειάζονται δικαιολογίες. Ακόμα και η άγνοια είναι συναίσθημα και η σύγχυση. Όπως είναι και η αγάπη και η λύπη...

Τι παράξενοι που είναι οι άνθρωποι... Βγάζουν συμπεράσματα, δε μιλάνε μεταξύ τους, έχουν αφελείς προσδοκίες από τους άλλους αντί να έχουν απαιτήσεις από τους ίδιους τους εαυτούς και ζουν λυπημένοι γιατί φοβούνται να αντιμετωπίσουν τις ευθύνες τους.

Πόσο παράξενο είναι να μη θες να ευτυχήσεις;



   

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

"Paraísos Artificiais: Μια πολύχρωμη παράνοια"

«Paraísos Artificiais» ή αλλιώς «Τεχνητοί Παράδεισοι». Πρόκειται για μια βραζιλιάνικη ταινία με σκηνοθέτη τον Marcos Prado και πρωταγωνιστές τη Nathalia Dill στο ρόλο της Έρρικα και τον Luca Bianchi στο ρόλο του Νάντο.  Όλα ξεκινούν σε μια παραδεισένια παραλία στη βορειοανατολική Βραζιλία, όπου γίνεται ένα τεράστιο μουσικό ψυχεδελικό φεστιβάλ. Η ταινία παρουσιάζει ένα κομμάτι των εμπειριών που έζησε το rave κίνημα μέσα από τη trance μουσική, τα ναρκωτικά και το σεξ.  Οι ζωές των δυο πρωταγωνιστών του Nάντο και της Dj Έρρικα, χωρίς να το συνειδητοποιήσουν, ενώνονται από ένα χαοτικό παιχνίδι της μοίρας. Η συνάντησή τους αλλάζει τις ζωές τους για πάντα.  Η ταινία πραγματεύεται το σκοτεινό κόσμο της ψυχεδέλειας και των ναρκωτικών. Η Έρρικα μέσα από τη δοκιμή ενός ναρκωτικού, την «τελετή του πεγιότ», μια τελετή των Ινδιάνων για την αυτογνωσία έρχεται αντιμέτωπη με τους μεγαλύτερους φόβους της και καταφέρνει να τους αντιμετωπίσει. Όταν τους ξεπερνά καλείται να αντιμετωπίσει την πρ

Άλλο ένα ποίημα του Pablo Neruda

Απόψε μου πάει να γράψω τα πιο πικρά στιχάκια.  Να γράψω, ας πούμε: «έχει μι' αστροφεγγιά απόψε και τα μενεξεδιά αστεράκια λαμπυρίζουνε στα χάη ». Της νύχτας ο άνεμος διαβαίνει στους ουρανούς και τραγουδάει. Απόψε μου πάει να γράψω τα πιο πικρά στιχάκια. Την αγαπούσα εγώ, και κάπου κάπου μ' αγάπαγε κι εκείνη. Χιλιάδες βράδια, όπως και τώρα, την έσφιγγα στην αγκαλιά μου. Αμέτρητα φιλιά της έδινα κάτω απ' τον άσωτο ουρανό. Μ' αγάπαγε κι εκείνη, και κάπου κάπου την αγάπαγα κι εγώ.  Πώς να μην τ' αγαπήσεις τα μεγάλα, τα ήμερα μάτια της. Απόψε μου πάει να γράψω τα πιο πικρά στιχάκια. Θα σκέφτομαι πως δεν την έχω εγώ. Θα νιώθω ότι την έχω χάσει. Θ' ακούω την απέραντη νύχτα, την πέντε φορές απέραντη χωρίς εκείνην. Και τους στίχους να πέφτουν στην ψυχή μου όπως πέφτει η δροσιά στο λιβάδι. Τι έχει να κάνει που η δικιά μου αγάπη εκείνηνε δεν την αγγίζει;. . . Έχει μι' αστροφεγγιά απόψε, μα εκείνη δεν είναι μαζί μου. Αυτά λοιπόν. Πέρα, μακρ

Το όνειρο (Pablo Neruda)

Περπάταγα στην αμμουδιά κι αποφάσισα να σ' αφήσω. Πατούσα μια μαύρη λάσπη που τρεμούλιαζε, κι όπως βούλιαζα και ξανάβγαινα πήρα την απόφαση να φύγεις από μέσα μου, με βάραινες σαν πέτρα κοφτερή, και σχεδίασα το χαμό σου βήμα βήμα: θα έκοβα τις ρίζες σου, θα σ' αμόλαγα στον άνεμο μόνη. Αχ εκείνο το λεπτό, καρδιά μου, ένα όνειρο με τα τρομερά φτερά του σε σκέπαζε. Ένιωθες να σε καταπίνει η λάσπη, και με φώναζες κι εγώ δεν ερχόμουν, και χανόσουν, ακίνητη, ανυπεράσπιστη μέχρι που πνίγηκες μέσα στο στόμα της άμμου. Έπειτα η απόφασή μου συνάντησε το όνειρό σου, κι από το χωρισμό που μας έσκιζε την ψυχή, αναδυθήκαμε καθαροί ξανά, γυμνοί, αγαπώντας ο ένας τον άλλον δίχως όνειρο, δίχως άμμο, ακέραιοι και ακτινοβολώντας, σημαδεμένοι από τη φωτιά.